Ιανουάριος 1988. Η Μελίνα Μερκούρη πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Ουάσιγκτον, για τα εγκαίνια της έκθεσης «The Human Figure in Early Greek Art». Σε άρθρο της στην εφημερίδα Washington Post, η δημοσιογράφος Ελίζαμπεθ Κάστορ περιγράφει την Ελληνίδα Υπουργό Πολιτισμού ως «μια γυναίκα που επενδύει κάθε στιγμή με τα θυελλώδη πάθη αρχαίας ελληνικής τραγωδίας».
«Ζώντας δίπλα στη Μελίνα έβλεπες τα πάντα μέσα από ένα μεγεθυντικό φακό», έχει πει η Μανουέλλα Παυλίδου, στενή φίλη και συνεργάτιδά της. «Όλα ήταν πολύ μεγάλα: και η δυστυχία, και το πρόβλημα, και η χαρά, και η ευτυχία. Ήταν αφοσιωμένη στη δουλειά της σε βαθμό υπερβολικό, θα έλεγα σχεδόν ψυχαναγκαστικό, χωρίς να διαχωρίζει το επαγγελματικό από το ιδιωτικό. Πίστευε ότι οι σχέσεις είναι πιο ισχυρές όταν υπάρχουν κοινά όνειρα και κοινοί στόχοι – και δεν είχε άδικο».
Οι δυο τους είχαν γνωριστεί στις αρχές της δεκαετίας του ’70, στο Παρίσι, όπου η Μελίνα είχε καταφύγει εξαιτίας της δικτατορίας στην Ελλάδα. «Ήταν ένας άνθρωπος με πολύ έντονο το αίσθημα της φιλίας, της συνενοχής και της συντροφικότητας», θυμάται η Μανουέλλα Παυλίδου, που είναι Γενική γραμματέας του Ιδρύματος Μελίνα Μερκούρη από όταν ιδρύθηκε, το 1994. «Ακόμα κι όταν έπαιρνε επάνω της τα πάντα, σε έκανε να νιώθεις ότι της ήσουν απαραίτητος. Για τον εαυτό της δεν μιλούσε πολύ και ήξερε να ακούει τον άλλο, αλλά να τον ακούει με πραγματικό ενδιαφέρον, που είναι πολύ σημαντικό».
Σήμερα, συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση της γυναίκας που είχε βάλει στόχο τη ζωής της την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, με τη διεκδίκηση επαναπατρισμού εκείνων που βρίσκονται στο Βρετανικό Μουσείο. Η Μελίνα είχε θίξει για πρώτη φορά το θέμα της επιστροφής τους αναπάντεχα σε ένα Βρετανό δημοσιογράφο το 1982, στην Κρήτη, έναν χρόνο αφότου είχε αναλάβει το Υπουργείο Πολιτισμού. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς το έθεσε επίσημα στη Διεθνή Συνδιάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού, στο Μεξικό.
Όπως είχε πει, η ιδέα είχε γεννηθεί είκοσι χρόνια νωρίτερα, όταν γύριζαν με τον σύζυγό της Ζιλ Ντασέν τη «Φαίδρα». Στην ταινία, είχε μια σκηνή στο Βρετανικό Μουσείο με τον συμπρωταγωνιστή της, Άντονι Πέρκινς, και είχαν αντιμετωπίσει τεράστιες δυσκολίες μέχρι να τους δοθεί άδεια για τα γυρίσματα. Όταν η Μελίνα ξεκίνησε τον αγώνα της για να επιστραφούν, στην Ελλάδα πολλοί την είχαν αντιμετωπίσει με καχυποψία και την είχαν χαρακτηρίσει μέχρι και γραφική. Ήταν όμως πολύ επίμονη και κατάφερε να κερδίσει υποστηρικτές εντός και εκτός της χώρας.
Καθώς η βρετανική πλευρά χρησιμοποιούσε ως βασικό επιχείρημα για να μην επιστρέψει τα γλυπτά στην Ελλάδα την έλλειψη κατάλληλου χώρου για να εκτεθούν, το αίτημα του επαναπατρισμού τους συνδέθηκε άρρηκτα με τις προσπάθειες ανέγερσης του νέου Μουσείου της Ακρόπολης. Μπορεί η Μελίνα Μερκούρη να μην ευτύχησε να δει ούτε τη θεμελίωσή του, έβαλε όμως πραγματικά το πρώτο –και ίσως σημαντικότερο– λιθαράκι.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μαρία Κάλλας: 43 χρόνια μετά τον πρόωρο χαμό της
Η αφαίρεση αρχιτεκτονικών γλυπτών από την Ακρόπολη είχε ξεκινήσει το 1802, όταν η Ελλάδα βρισκόταν υπό τουρκικό ζυγό. Ως πρώτος Βρετανός πρέσβης στην οθωμανική αυτοκρατορία από το 1799, ο Τόμας Μπρους, 7ος Λόρδος του Έλγιν, είχε κερδίσει την εύνοια των αρχών και εξασφάλισε από τον Τούρκο βεζίρη ένα φιρμάνι που επέτρεπε στους εργάτες του να αντιγράψουν ή να βγάλουν εκμαγεία των μνημείων του ιερού βράχου. Εκείνος, όμως, το εκμεταλλεύτηκε για να αφαιρέσει γλυπτά, τα οποία μεταφέρθηκαν στην Αγγλία. Το 1816 ο Έλγιν τα πούλησε στη Βουλή των Λόρδων, η οποία με τη σειρά της τα παραχώρησε στους εφόρους του Βρετανικού Μουσείου.
«Αν με ρωτούσατε αν θα είμαι ζωντανή όταν θα επιστρέψουν – ναι, θα είμαι ζωντανή», είχε πει η Μελίνα στη Washington Post. «Κι αν δεν είμαι, θα ξαναγεννηθώ». Κι η δημοσιογράφος είχε προσθέσει: «Έτσι όπως το λέει, με τη βαθιά φωνή και το κεφάλι της ριγμένο πίσω, δεν ακούγεται εντελώς απίθανο».
Κεντρική φωτογραφία: Keystone/Hulton Archive/Getty Images/Ideal Image