Πρόκειται για μια μη ηθελημένη ανάγκη κίνησης, συνήθως των κάτω άκρων των ποδιών αλλά μερικές φορές και των χεριών και σπάνια του κορμού.
Οι πάσχοντες από το σύνδρομο των ανήσυχων κάτω άκρων έχουν δυσάρεστες αισθήσεις στα πόδια, που τους κάνουν να θέλουν να τα κινούν. Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία ενώ προσβάλλει συχνότερα γυναίκες με περιόδους εξάρσεων και υφέσεων. Συνήθως δεν αναφέρουν το πρόβλημα στο γιατρό τους με αποτέλεσμα η διάγνωση να μη γίνεται, ωστόσο υπολογίζεται ότι το 2-5% των ενηλίκων επηρεάζεται από το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών το οποίο αποτελεί αιτία αϋπνίας.
Μόνο στο 1% γίνεται σωστή διάγνωση το οποίο και λαμβάνει τελικά την σωστή αγωγή. Οι μεσήλικες και οι ηλικιωμένοι επηρεάζονται περισσότερο, όμως υπάρχουν και περιπτώσεις σε παιδιά, έφηβους και εγκυμονούσες, ιδίως του 3ου τριμήνου. Ιδιαίτερα για αυτή την κατηγορία των ασθενών, πιστεύεται ότι σε ένα ποσοστό που κυμαίνεται πάνω από το 25%, μπορεί να παρουσιάσει το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών το οποίο όμως παρέρχεται μερικούς μήνες μετά τον τοκετό. Παρά ταύτα κάποιοι πιστεύουν ότι οι συγκεκριμένες γυναίκες έχουν 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσήσουν από αυτό σε μεγαλύτερη ηλικία.
Τα συμπτώματα
Οι ασθενείς με αυτό το σύνδρομο νιώθουν μια δυσάρεστη αίσθηση στα πόδια. Μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας, αλλά συνήθως επιδεινώνεται τη νύχτα και μπορεί να δυσκολέψει τον ύπνο. Περιγράφεται ως μια αίσθηση «μυρμηγκιάσματος» στο εσωτερικό μέρος της κνήμης και μπορεί να σχετίζεται με γενικότερους πόνους και ενοχλήσεις στα πόδια. Η αίσθηση συνήθως εξαφανίζεται με την κίνηση του αντίστοιχου άκρου.
Τα συμπτώματα μπορούν να παρουσιαστούν και στα δύο πόδια, ενώ ορισμένες φορές προσβάλλονται και τα χέρια. Οι ασθενείς περιγράφουν αυτό που νιώθουν ως ανατριχίλα, τίναγμα, μυρμήγκιασμα, κάψιμο, πόνος, τράβηγμα ή ακόμη σαν κάτι που έρπει κάτω από το δέρμα.
Τα συμπτώματα επιδεινώνονται όταν ο ασθενής αναπαύεται, ενώ βελτιώνονται με την κίνηση. Επειδή τα συμπτώματα εντείνονται συνήθως το βράδυ και κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι ασθενείς αυτοί συχνά παρουσιάζουν και κακή ποιότητα ύπνου και ως επακόλουθο πολύ συχνά παρουσιάζουν ημερήσια υπνηλία.
Οι πάσχοντες νιώθουν την άμεση ανάγκη να κινηθούν, να περπατήσουν και να τεντωθούν. Κάνοντας τις κινήσεις αυτές νιώθουν ανακούφιση, όμως όταν τις σταματούν, επανέρχονται τα συμπτώματα.
Η κλινική εικόνα της πάθησης εμφανίζει μεγάλη διακύμανση από επιδείνωση έως πλήρη εξαφάνιση.
Οι αιτίες
Η αιτία που προκαλεί το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών, δεν είναι γνωστή. Μπορεί να σχετίζεται με την ντοπαμίνη η οποία ως γνωστόν εμπλέκεται στον έλεγχο των κινήσεων. Η ντοπαμίνη είναι μια φυσική ουσία στον εγκέφαλο που ανήκει στην οικογένεια των νευροδιαβιβαστών. Η μείωση της ντοπαμίνης θεωρείται ως η αιτία της νόσου του Πάρκινσον. Για το λόγο αυτό φάρμακα που χρησιμοποιούνται για τη νόσο του Πάρκινσον, χορηγούνται και για το σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών.
Σε πολλούς το σύνδρομο των ανήσυχων κάτω άκρων εμφανίζεται πριν από την ηλικία των 20 χρόνων. Εμφανίζεται, επίσης, συχνότερα όταν άλλοι στενοί συγγενείς πάσχουν από αυτό. Σύμφωνα με εκτενείς οικογενειακές μελέτες, το σύνδρομο RLS τείνει να είναι κληρονομικό. Στο 50-60% των περιπτώσεων υπάρχει οικογενειακό ιστορικό όσο.
Το σύνδρομο RLS εκδηλώνεται περίπου στο 20-57% των ατόμων με νεφρική ανεπάρκεια, που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση. Εμφανίζεται και όταν υπάρχουν χαμηλά αποθέματα σιδήρου στο αίμα ή έλλειψη σε φυλικό οξύ. Επίσης έχει συσχετιστεί με άλλες νευρολογικές παθήσεις, όπως η νόσος του Πάρκινσον. Κάποιες φορές υπάρχει σε άτομα που πάσχουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα ή υποθυρεοειδισμό. Μπορεί, επίσης, να προκληθεί από ορισμένα αντικαταθλιπτικά, ενώ έχει καταγραφεί και σε άτομα με κιρσούς στα πόδια. Άλλα φάρμακα που μπορούν να έχουν παρενέργειες στο σύνδρομο των ανήσυχων κάτω άκρων είναι οι αναστολείς της επαναπρόσληψης της σεροτονίνης, και οι βήτα αναστολείς.
Η καφεΐνη μπορεί επίσης να παίζει κάποιο ρόλο στο σύνδρομο των ανήσυχων ποδιών.
Πρέπει να αναφέρουμε ότι πολλές έρευνες σχετικά με τον μηχανισμό του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών έχουν επικεντρωθεί στη ντοπαμίνη και στο σιδήρο. Η λεβοντόπα, η οποία είναι πρόδρομος ουσία της ντοπαμίνης, διασχίζει τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό και μεταβολίζεται στον εγκέφαλο σε ντοπαμίνη. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία καταστάσεων με χαμηλή ντοπαμίνη, όπως η νόσος του Parkinson, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για τη θεραπεία του συνδρόμου των ανήσυχων ποδιών. Όσον αφορά στον σίδηρο, φαίνεται πως αν η φερριτίνη βρίσκεται στο αίμα κάτω των τα 50 μg/L μπορεί να αποτελεί αιτία του συνδρόμου RLS. Η έλλειψη σιδήρου ίσως να αντιπροσωπεύει τελικά το 20% όλων των περιπτώσεων του συνδρόμου των ανήσυχων ποδιών.
Τέλος, τέσσερα γονίδια, τα MEIS1, BTBD9, MAP2K5 και PTPRD, έχουν βρεθεί να σχετίζονται με το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών.
Το σύνδρομο των ανήσυχων κάτω άκρων μπορεί να είναι:
- πρωτοπαθές ή ιδιοπαθές στο οποίο δεν ανευρίσκεται κάποιο συγκεκριμένο αίτιο και συνήθως είναι κληρονομικό. Σε αυτές τις περιπτώσεις το stress, ψυχολογικά προβλήματα ή κόπωση μπορούν να επιδεινώσουν τα συμπτώματα
- δευτεροπαθές. Για το δεύτερο έχουν ενοχοποιηθεί πάρα πολλά αίτια. Μερικά από αυτά είναι:
- Υπομαγνησιαιμία
- φλεβική ανεπάρκεια κάτω άκρων,
- νεφρική ανεπάρκεια σε τελικό στάδιο ή σε αιμοδιάλυση,
- χρόνια σιδηροπενική αναιμία,
- μειωμένα επίπεδα φυλλικού οξέος ή βιταμίνης Β12 στον οργανισμό. Άλλα πιο σπάνια αίτια είναι η ισχιαλγία , η ρευματοειδής αρθρίτιδα, το σύνδρομο Sjogren, ο σακχαρώδης διαβήτης, η αμυλοείδωση και τέλος η νόσος του Lyme.
Το σύνδρομο αυτό πρέπει να το διαφοροδιαγνώσουμε από τρεις άλλες παθήσεις που μοιάζουν με αυτό όπως η ακαθησία, το σύνδρομο των αλγεινών κάτω άκρων με σύσπαση των δακτύλων και οι νυκτερινές κράμπες των κνημών. Η κυριότερη διαφορά είναι ότι και οι τρεις αυτές παθήσεις προκαλούν πόνο που δεν περνά με την κίνηση.
Πως γίνεται η διάγνωση
Δεν υπάρχει κάποια ειδική εργαστηριακή εξέταση η οποία να επιβεβαιώνει τη διάγνωση του συνδρόμου. Αυτή προκύπτει από τη λήψη του ιστορικού ή εμμέσως από την ανταπόκριση στην ντοπαμινεργική θεραπεία. Σε κάθε περίπτωση διενεργείται εξέταση αίματος για σίδηρο, φερριτίνη, Β12, σάκχαρο, ουρία, κρεατινίνη, ηλεκτρολύτες και θυρεοειδικές ορμόνες.
Θεραπεία: Χαλάρωση και φάρμακα
Η θεραπεία του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών εξαρτάται από τη βαρύτητά του. Το σύνδρομο θεραπεύεται δύσκολα, τόσο πολύ που θα έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχει θεραπεία. Αλλά υπάρχουν μερικές μέθοδοι, που μπορεί να βοηθήσουν. Αυτές περιλαμβάνουν τεχνικές χαλάρωσης και μασάζ στα κάτω άκρα. Οι ειδικοί λένε ότι το στρες μπορεί να κάνει χειρότερα τα συμπτώματα του συνδρόμου των ανήσυχων ποδιών. Οι τεχνικές χαλάρωσης, όπως η γιόγκα και Tai Chi είναι γνωστό ότι βοηθούν πάρα πολύ. Επίσης βοηθάει η αποφυγή όλων των καφεϊνούχων προϊόντων, όπως ο καφές, το τσάι και η κόκα-κόλα.
Σε βαρύτερες περιπτώσεις δοκιμάζονται κάποια φάρμακα. Υπάρχουν πολλές φαρμακευτικές ουσίες που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη θεραπεία του συνδρόμου ωστόσο, δεν είναι όλες δραστικές για κάθε ασθενή και η αποτελεσματικότητα τους μπορεί να μειωθεί με τον καιρό. Πρόκειται για ντοπαμινεργικά φάρμακα, (Levodopa+carbidopa), βενζοδιαζεπίνες, ήπια οπιοειδή, αντιεπιληπτικά, παράγοντες κατά του Parkinson, αναλγητικές ουσίες (παυσίπονα), σπασμολυτικά και συμπληρώματα σιδήρου.
Η απόφαση για χορήγηση φαρμάκων λαμβάνεται μόνον από τον ειδικό γιατρό με εκτίμηση του λόγου ωφέλεια σε σχέση με τις ανεπιθύμητες ενέργειες, διότι τα φάρμακα έχουν σημαντικές ανεπιθύμητες ενέργειες.
Συχνά, η δραστικότητα των ουσιών αυτών μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, και μπορεί να απαιτείται η αλλαγή τους. Ορισμένες φορές, τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν, παρόλο που ακολουθείται μία μέχρι πρότινος αποτελεσματική φαρμακευτική αγωγή.
Εξαιρετικά αποτελέσματα σε αυτό το σύνδρομο επιτυγχάνονται με τον βελονισμό από τη διαχείρισή του έως την εξαφάνισή του.
Άσκηση: Μια καλή αντιμετώπιση
Η συστηματική άσκηση αποτελεί μια ασφαλή και αποτελεσματική αντιμετώπιση όχι μόνο για τη μείωση των αρχικών συμπτωμάτων του συνδρόμου ανήσυχων ποδιών αλλά και για τη βελτίωση της ευρωστίας των ασθενών.
Παρόλο που μέχρι σήμερα επικρατούσε η άποψη πως η άσκηση μπορεί να χειροτερεύσει τα συμπτώματα του συνδρόμου, νέες έρευνες αποκάλυψαν πως ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η συστηματική άσκηση, όχι μόνο προκαλεί μια αίσθηση ευφορίας, αλλά έχει αναλγητική δράση και ανακουφίζει από τα συμπτώματα.
Της Ειρήνης Κοντοπούλου MD, MSc, Φυσιάτρου- Υγιεινολόγου
Sport Medicine- Acupuncture Specialist, European Board Certified
(Φωτογραφία: iStock/Getty Images/Ideal Images)