Κάποιες φορές, κάποιοι άνθρωποι, είναι να έρθουν κοντά, πόσω μάλλον να γίνουν και πολύ καλοί φίλοι, ακόμα και αν οι καταστάσεις βάζουν… εμπόδια. Κάπως έτσι ξεκίνησε η πολύ δυνατή φιλία μου με την Τατιάνα Σπινάρη – Πολλάλη. Όποτε κι αν με καλούσε στον Πόρο, όλο κάτι γινόταν και δεν μπορούσα να πάω, με αποτέλεσμα η πρώτη μας γνωριμία να γίνει ένα μεσημέρι στο σπίτι του Αμερικανού Πρέσβη στην Αθήνα. Εκεί της υποσχέθηκα ότι θα έκανα τα αδύνατα δυνατά και θα πήγαινα στα επόμενα εγκαίνια έκθεσης στον Πόρο. Από τότε, κάθε καλοκαίρι, είναι δεδομένο ότι στο πρόγραμμά μου υπάρχουν τουλάχιστον μία ή και δύο επισκέψεις στο όμορφο νησί του Αργοσαρωνικού. Κι ο λόγος δεν είναι μόνο οι σπουδαίες εκθέσεις που παρουσιάζονται στη γκαλερί. Είναι ο τρόπος που επικοινωνούνται, οι καλλιτέχνες που φθάνουν στο νησί, αλλά και το υπέροχο πίσω μπαλκόνι του σπιτιού της που βρίσκεται πάνω από την γκαλερί, αγκαλιασμένο από βουκαμβίλιες, λεμονιές και βασιλικούς, με το μαρμάρινο τραπέζι να «φιλοξενεί» τα εξαιρετικά λεμόνια- γλυπτό- της Αφροδίτης Λίτη.

Η Τατιάνα Σπινάρη – Πολλάλη είναι Ιστορικός Τέχνης. Έχει σπουδάσει Ιστορία Τέχνης και Μουσειολογία (Διδακτορικό, Boston University, Μασσαχουσέττη). Εργάστηκε και διοργάνωσε εκθέσεις στην πανεπιστημιακή γκαλερί του Boston University, και στη συνέχεια δίδαξε στο Boston College της Βοστώνης Ιστορία της Ευρωπαϊκής και Αμερικανικής Τέχνης του 19ου και 20ου αιώνα όπως επίσης και Ιστορία της Φωτογραφίας. Το 2006 ξεκίνησε την γκαλερί Citronne στον Πόρο και το 2018 στην Αθήνα.

Παρά τις αντίξοες συνθήκες που βιώνουμε και φέτος η γκαλερί Citronne παραμένει σταθερή στο καλοκαιρινό ραντεβού της με δύο εκθέσεις .

Είναι ένα αβέβαιο καλοκαίρι, αλλά όλοι μας προσπαθούμε να δούμε το μέλλον με θετική διάθεση και να αντλήσουμε δυνάμεις από ό,τι καλό συμβαίνει γύρω μας.  Η Τέχνη είναι μια δύναμη η οποία μπορεί να αυξήσει τα ψυχικά μας αποθέματα. Με αυτό το σκεπτικό αποφασίσαμε να οργανώσουμε τις εφετινές μας εκθέσεις, δίχως βέβαια επίσημα εγκαίνια.
Από τις 27 Ιουνίου έως τις 14 Σεππτεμβρίου 2020, η γκαλερί θα παρουσιάζει  την φωτογραφική έκθεση του Νίκου Μάρκου «ΤΟΠΟΣ» στον Πόρο. Ο καλλιτέχνης-φωτογράφος επιλέγει χώρους, τους οποίους ορίζει ως προσωπικό «Τόπο»- δηλαδή, ως σημείο ιδιωτικής αναφοράς. Ο Τόπος, αστικά και άλλα αποσπασμένα τοπία κατατείνουν προς έναν σαφή ή ασαφή ορίζοντα ο οποίος, σκοπίμως, τα καθιστά πεπερασμένα. Η ανθρώπινη παρουσία είτε λείπει είτε είναι εντελώς υπαινικτική· είναι, όμως, ορατές οι συνέπειες της: ρύπανση, καταστροφή του περιβάλλοντος, φθορά της φύσης, αλλοίωση της φυσιογνωμίας του χώρου.

Από την έκθεση του Νίκου Μάρκου “Τόπος” στη γκαλερί Citronne

Επίσης, η γκαλερί συνεχίζει την ετήσια συνεργασία της με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων στη συνδιοργάνωση και συν-επιμέλεια μίας περιοδικής έκθεσης σύγχρονου καλλιτέχνη. Παρουσιάζει έργα του προσφάτως εκλιπόντος Κωνσταντίνου Ξενάκη, έκθεση η οποία τιτλοφορείται «ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΞΕΝΑΚΗΣ  ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΚΩΔΙΚΕΣ ΓΡΑΦΗΣ». Εκτίθενται ζωγραφικά έργα, κολάζ, χάρτες και βιβλία-αντικείμενα. Το έργο του διεθνώς γνωστού αυτού καλλιτέχνη αναπτύσσεται πάνω στον άξονα Επανάληψη / Αντιπαράθεση / Υπέρθεση, μια κωδικοποιημένη εικόνα του σύγχρονου πολιτισμού.

Από την έκθεση με έργα του Κωνσταντίνου Ξενάκη

Ο Πόρος μετά από, περισσότερα από 10 χρόνια λειτουργίας της γκαλερί ,έχει μπει στον εικαστικό χάρτη όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και διεθνώς. Γυρίζοντας το χρόνο πίσω, πόσο δικαιωμένη αισθάνεσαι για αυτή την προσπάθειά σου;

Το εικαστικό ταξίδι της Citronne ξεκίνησε το 2006. H γκαλερί Citronne εφέτος συμπληρώνει 15 «θερινά» έτη ζωής και λειτουργίας. Η γκαλερί ξεκίνησε από μεράκι, αγάπη και, ίσως, άγνοια για τον χώρο του εμπορίου της Τέχνης– ίσως γι’ αυτό και είναι ένας κάπως «ανορθόδοξος» εμπορικός χώρος. Αποσκοπεί να λειτουργεί ως φορέας πολιτισμικής διαχείρισης, ως φόρουμ για ανταλλαγή εικαστικών ιδεών και απόψεων. Το σημερινό κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι φέρνει στην επιφάνεια ερωτήματα και προβληματισμούς οξείς, με κατανόηση ελλιπή ή και ανύπαρκτη. Η εποχή την οποία διανύουμε ως άτομα και ως πολίτες, μάς επιτάσσει θεματικές που υπερβαίνουν την εμπειρία μας, συχνά και την αντίληψή μας. Στην χώρα μας η ανάγκη για απαντήσεις, για μια πρόταση ερμηνείας, είναι αισθητή και αυξητικά πιεστική. Χρειάζεται επιτακτικά η υπερβατική παρέμβαση της Τέχνης.

Σχετικά με την δραστηριότητα της γκαλερί στο εξωτερικό ο σκοπός μου ήταν η δραστηριότητα της γκαλερί να ξεπερνά τα αμιγώς εικαστικά. Ένα παράδειγμα είναι η έκθεση του Κωνσταντίνου Ξενάκη “No way Out” το 2014 στον ΟΟΣΑ στο Παρίσι. Με την εισήγηση και την βοήθεια του Καθηγητή Γιώργου Πρεβελάκη( και τότε Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας ) προχωρήσαμε σε μια πρωτοποριακή πρωτοβουλία. Ο Κωνσταντίνος Ξενάκης «εκπροσώπησε» την ελληνική θέση στο ερώτημα του ΟΟΣΑ, προβάλλοντας μια δραματική επέκταση-απάντηση: «No Way Out»- Αδιέξοδο. Αυτόν τον προφητικό τίτλο είχε ένας χάρτης της Ελλάδας, όπου στεριά και θάλασσα καλύπτονται ασφυκτικά από σύμβολα και από όπου δεν μπορεί κανείς να διαφύγει. Δίπλα σε αυτό το έργο-οδηγό, μια σειρά από σχέδια και χάρτες της Ευρώπης, απομυθοποιήσεις της ανθρώπινης ου-τοπίας, κώδικες, γραφές και σύμβολα. Στο ιστορικό κτίριο της Μόνιμης Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο Παρίσι, παλαιά πρωθυπουργική κατοικία, οι πίνακες του καλλιτέχνη τοποθετήθηκαν από τον ίδιο, με το σκεπτικό ακριβώς ότι δεν πρόκειται για έκθεση, αλλά για πολιτική παρέμβαση.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Γιώργος Καραμίχος: Η επιστροφή του στην Αθήνα

Ο Ξενάκης απευθύνθηκε αποκλειστικά στον ΟΟΣΑ, στην Γραμματεία, στους Πρέσβεις, στα στελέχη η εκδήλωση αυτή δεν ήταν ανοιχτή στο ευρύ κοινό. Το περιβάλλον, όμως, οι αντιπρόσωποι από 34 διαφορετικές χώρες δημιούργησαν μια διεθνή ατμόσφαιρα. Ως κοσμοπολίτης καλλιτέχνης, με μακρά και πολυεπίπεδη θητεία στο Παρίσι, ξαναβρέθηκε “στο στοιχείο του”, προκαλώντας και εισάγοντας συζητήσεις οι οποίες, εν πολλοίς, ξεπερνούσαν τα εικαστικά του βιώματα και εισχωρούσαν στον χώρο της πολιτικής φιλοσοφίας, της κοινωνιολογίας, της Ιστορίας.
Η πρωτοβουλία αυτή, καθώς και η προσωπικότητα του δημιουργού, άφησε ισχυρές εντυπώσεις. Προκάλεσε εκτενή σχολιασμό σε μερίδα του γαλλικού (και του ελληνικού) τύπου. Οργανώθηκαν συνέδρια και διαλέξεις στον χώρο της Μόνιμης Αντιπροσωπείας. Επιπλέον, τα αναρτημένα έργα έδωσαν έναν ειδικό τόνο, μια ελληνική υπόμνηση, στις συνεδριάσεις ανάμεσα στην Τρόικα και τα κυβερνητικά στελέχη, την εποχή των Μνημονίων.
Αυτή η καινούργια θεώρηση της εικαστικής δημιουργίας μεταφέρθηκε στον Πόρο, το καλοκαίρι του 2014, στον εκθεσιακό χώρο της γκαλερί Citronne , με τον ίδιο τίτλο «No Way Out». Αυτή την φορά, αποδέκτες μας ήταν το ελληνικό κοινό, οι φίλοι, οι φιλότεχνοι, οι επισκέπτες της γκαλερί. Η προβληματική του ΟΟΣΑ απέκτησε μια νέα διάσταση, συναντήθηκε με την τοπική κοινωνία, ενσωματώνοντας τον γαλλικό και διεθνή αντίκτυπο. Αυτό που αξίζει να τονιστεί εδώ είναι το ότι ο Κωνσταντίνος Ξενάκης εξήγαγε και ανήγαγε σε διεθνή προβληματική το ελληνικό αδιέξοδο. Κατόπιν, επέστρεψε και ενέταξε την Ελλάδα στα ευρωπαϊκά και τα διεθνή αδιέξοδα.

Πόσο αποδέχθηκαν, οι ντόπιοι, τη δημιουργία του συγκεκριμένου χώρου;

Η γκαλερί δεν είναι απλώς μια επιχείρηση, δεν αποσκοπεί αποκλειστικά σε οικονομικό κέρδος. Μια αίθουσα Τέχνης εκθέτει μια πολιτισμική πρόταση. Οφείλει να ασκεί ένα σύνθετο ρόλο, κοινωνικό, ενημερωτικό, παρεμβατικό και, γιατί όχι, και παιδαγωγικό. Αυτές ήταν οι προδιαγραφές και οι αυτο-δεσμεύσεις της γκαλερί Citronne, με αυτές τις προϋποθέσεις δημιουργήθηκε.
Ο κόσμος του Πόρου την δέχτηκε· αρχικά με περιέργεια, στην συνέχεια με αυξανόμενο ενδιαφέρον και, τέλος, με καθολική υποστήριξη.  Ως χώρος πολιτισμικού διαλόγου στο νησί,  η γκαλερί  Citronne ανανέωσε την εντόπια ζωή, αναβάθμισε τον χώρο και έφερε μια συνεχή ροή από επισκέπτες, φιλότεχνους και μη. Με λίγα λόγια, ο κόσμος του Πόρου αποδέχεται και αναγνωρίζει την γκαλερί ως ένα αναπόσπαστο ζωτικό και ενεργό κομμάτι του πολιτισμικού και κοινωνικού του  βίου.

Πόσο ξαφνιάζονται, όσοι δεν γνωρίζουν, ότι στον Πόρο πραγματοποιούνται εκθέσεις τόσο σπουδαίων δημιουργών;

Η έκπληξη δημιουργήθηκε από το γεγονός ότι μία «θερινή» γκαλερί δεν λειτούργησε με «θερινά» χαρακτηριστικά. Η Citronne, εξ αρχής στηρίχθηκε σε δύο στοιχεία: την εντοπιότητα, εξ ου και το όνομά της, δηλαδή την ενσωμάτωση του τοπίου και της ιδιαιτερότητάς του ανάμεσα στα νησιά του Αργοσαρωνικού· ταυτοχρόνως, ανοίχθηκε σε θεματικές και προβληματικές οι οποίες αφορούν και περιγράφουν τον σύγχρονο κόσμο. Δεν πρόκειται δηλαδή για ευκαιριακές εκθέσεις. Αντιθέτως, κάθε έκθεση, κάθε καλλιτέχνης εντάσσεται σε μια ενότητα προβληματισμού ο οποίος, κατ’ αρχήν, συνδέεται τόσο με τον τοπικό χαρακτήρα του νησιού όσο και με έναν ευρύτερο ορίζοντα καλλιτεχνικής πρόσληψης.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: «Λυσιστράτη» του Αριστοφάνη, στο Αρχαίο θέατρο Επιδαύρου

Με ποια κριτήρια αποφασίζεις τις εκθέσεις που παρουσιάζεις;

Η επιλογή των καλλιτεχνών είναι μια σύνθετη διαδικασία. Βασίζεται κατ’ αρχήν στην σπουδαιότητα του καλλιτέχνη, στο ειδικό του βάρος, στον αντίχτυπο του έργου του στο παρόν, αλλά και με αντίκρισμα στο μέλλον. Η γκαλερί λειτουργεί, βέβαια, ενιαία. Ωστόσο, τα κριτήρια με τα οποία επιλέγεται και οργανώνεται μία έκθεση διαφοροποιούνται ανάμεσα στον Πόρο και στην Αθήνα. Πρόκειται για διαφορετικές κοινωνίες, διαφορετική εποχή του χρόνου, διαφορετικές αίθουσες. Αυτό που δεν αλλάζει είναι η ένταξη του καλλιτέχνη μέσα σε μια θεματική σύγχρονη ή διαχρονική, μέσα στην εικαστική διαλεκτική της εποχής μας.

Ποια είναι τα standards και τα κριτήρια που έχετε για τις δουλειές που παρουσιάζει η γκαλερί;

Το κριτήριο για τις επιλογές μου είναι ασφαλώς υποκειμενικό και προσωπικό, αλλά βασίζεται σε όσα ανέπτυξα και προηγούμενως. Προσθέτω απλώς τις παράπλευρες δραστηριότητες της γκαλερί. Στο πλαίσιο πολλών από τις εκθέσεις, οργανώνονται οπωσδήποτε ξεναγήσεις· αλλά και διαλέξεις, ερμηνευτικές προσεγγίσεις, διευρυμένες εκδηλώσεις- ακόμη και τοπικές συναυλίες. Στο Παρίσι, επί παραδείγματι, οργανώθηκαν συνέδρια και ημερίδες, συνεντεύξεις, ακόμη και υποστηρίξεις διατριβών, γύρω από την έκθεση του Κωνσταντίνου Ξενάκη. Οι δραστηριότητες αυτές είχαν και έχουν ως αφετηρία την εργασία του καλλιτέχνη και την απήχησή της στο κοινωνικό πεδίο.

Το «Χρηματιστήριο της Τέχνης», «λειτουργεί» καλύτερα σε ποιες περιόδους;

Δεν θα ήθελα να αναπτύξω ένα τέτοιο θέμα. Ζούμε σε δύσκολους καιρούς με εξελίξεις απρόβλεπτες, σήμερα και επικίνδυνες. Το «Χρηματιστήριο», καθώς το αποκαλείς, αντανακλά την εποχή μας.

Υπάρχει κάποιο μυστικό για το πώς βλέπει κάποιος μία έκθεση;

Είναι σημαντικό να το τονίσουμε ότι δεν υπάρχει σωστή και λάθος ανάγνωση ενός έργου Τέχνης. Ο κάθε θεατής «διαβάζει» με βάση τα βιώματα και τις ευαισθησίες του. Άλλωστε, παραφράζοντας κάπως τον T.S. Eliot, «το Έργο βρίσκεται ανάμεσα στον δημιουργό και τον αναγνώστη του».

Βεβαίως, ένα σημαντικό ρόλο παίζει και η εικαστική του παιδεία- αν και κάποτε ενδέχεται και να παραμορφώνει την προσέγγιση. Το «μυστικό» βρίσκεται στην ειδική ατμόσφαιρα την οποία εκπέμπει ο καλλιτέχνης. Έργο της γκαλερί είναι να την προβάλει και να την αναδείξει.

Μετά από τόσα χρόνια στο χώρο, τι είναι αυτό που σε συγκινεί περισσότερο;

Με συγκινεί και με εμπνέει η ανταπόκριση και η διάδραση του κοινού που μας περιβάλλει– επισκέπτες, φιλότεχνοι, φίλοι και συνεργάτες. Εξ ορισμού η εικαστική δημιουργία είναι παιδεία. Παρουσιάζει τη φύση και τη ζωή ως μια πρόταση οπτικής και ερμηνείας, η οποία ξεπερνάει τις αισθήσεις μας. Το έργο Τέχνης, από την στιγμή που εκτίθεται,  οργανώνει ένα είδος συνομιλίας σε υψηλό και απαιτητικό επίπεδο. Σε εμάς, δηλαδή σε όλους όσοι ασχολούμαστε και προσπαθούμε στους τομείς αυτούς, ανάγεται ο ρόλος να καταστήσουμε την σχέση αυτή μια ουσιαστική επικοινωνία η οποία οδηγεί στην κατανόηση, την γνώση και την παραγωγική κριτική.

Ποια συμβουλή δίνεις στους συλλέκτες;

Δεν έχω ούτε τον ρόλο ούτε την δυνατότητα να συμβουλεύω. Από την εμπειρία μου όλα αυτά τα χρόνια, αυτό που έχω κατανοήσει είναι ότι χρειάζεται να είμαστε όλοι ανοιχτοί στις καινοτομίες της εικαστικής δημιουργίας και, ταυτοχρόνως, να είμαστε ενήμεροι και γνώστες, «πεπαιδευμένοι». Να μην πέφτουμε στην παγίδα του εντυπωσιασμού, να μην υιοθετούμε  αβαθείς και επιφανειακές προτάσεις. Έτσι μπορούμε να κρίνουμε τι όντως αξίζει, τι όντως έχει κάτι να μεταδώσει, τι θα αντέξει στον χρόνο..

Η ελληνική Τέχνη είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο. Δεν είναι, όμως, γνωστή εκτός Ελλάδος. Οι Έλληνες καλλιτέχνες, με λίγες εξαιρέσεις, δεν αναμετρώνται με τους ομοτέχνους τους στο εξωτερικό. Χρειαζόμαστε, μια διπλωματική πολιτισμική πολιτική εκ μέρους της Πολιτείας, με εύρος και φαντασία. Ως σήμερα, η επικρατούσα αντίληψη περιορίζει την προβαλλόμενη Τέχνη, σε όλες της σχεδόν τις εκφάνσεις, στην Αρχαιότητα, με κάποια επέκταση και στο Βυζάντιο. Η σύγχρονη καλλιτεχνική δημιουργία είναι σχεδόν παντελώς απούσα. Ακόμα και ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε τον Τουρισμό είναι επιφανειακός, με έμφαση αποκλειστικά στο οικονομικό όφελος. Δεν υπάρχει μια συνολική εμπεριστατωμένη θεώρηση της σύγχρονης πολιτισμικής μας ταυτότητας. Ο Τουρισμός μπορεί και πρέπει να στηριχθεί και να διαδώσει τα πολιτισμικά μας προϊόντα, να προβάλει δηλαδή την πολιτισμική φυσιογνωμία της χώρας μας. Μια τέτοια πολιτική, εκτός από χρήματα, αποφέρει κύρος και επιρροή.