Τα ελληνικά τους ονόματα είναι Βλάσης και Κυριάκος, αλλά μου συστήνονται ως Βλας και Τσάρλι, όπως ακριβώς τους φωνάζουν στην Αμερική. Γεννήθηκαν από γονείς μετανάστες στο Νιου Τζέρσεϊ και μεγάλωσαν ως Έλληνες, ακούγοντας τις ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας σαν παραμύθια.

Δουλεύοντας μαζί, έχουν γράψει σενάρια για ταινίες που γυρίστηκαν στο Χόλιγουντ, όπως οι «Αθάνατοι», που προβλήθηκαν στους κινηματογράφους του 2011. Στους πρωταγωνιστικούς ρόλους ήταν ο Χένρι Καβίλ, ο Μίκι Ρουρκ, ο Στίβεν Ντορφ, ο Λουκ Έβανς και η Φρίντα Πίντο, ενώ τη σκηνοθεσία υπέγραφε ο Ταρσέμ Σινγκ.

Στις 27 Οκτωβρίου 2020, η νέα τους δουλειά θα ανέβει στην πλατφόρμα του Netflix, για να φέρει τους αγαπημένους τους Ολύμπιους θεούς στις οθόνες όλου του κόσμου. Η σειρά κινουμένων σχεδίων «Το Αίμα του Δία» θα μας συστήσει τον Ήρωνα και την Αλέξια, που θα προσπαθήσουν να σώσουν τον κόσμο τους από μια στρατιά αιμοβόρων δαιμόνων. Και είναι μια καλή αφορμή να γνωρίσουμε καλύτερα τους αδελφούς Παρλαπανίδη, που λένε πως δεν θα βρίσκονταν εκεί που είναι σήμερα αν δεν ήταν η ελληνική κληρονομιά και ανατροφή τους.

Ο Βλας και ο Τσάρλι Παρλαπανίδης.

– Πώς προσεγγίζετε την ελληνική μυθολογία για να δημιουργήσετε τους δικούς σας ήρωες;

Βλας: Πάντα αγαπούσαμε τους ελληνικούς μύθους. Ήταν οι πρώτες ιστορίες που ακούσαμε στη ζωή μας, όπως μας τις είπαν η μητέρα μας και η γιαγιά μας. Και μάλιστα δεν μας τις διάβαζαν από κάποιο βιβλίο. Μας τις αφηγούνταν όπως γινόταν τα αρχαία χρόνια, ως προφορική παράδοση. Έτσι οι ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας περνούσαν από γενιά σε γενιά. Πολλές δεν καταγράφηκαν ποτέ, κάτι που βρίσκαμε πάντα πολύ ενδιαφέρον. Και μετά, όπως κάνουν συνήθως οι συγγραφείς, αναρωτηθήκαμε: Αν κάποιες από αυτές τις ιστορίες έχουν χαθεί; Δεν θα ’ταν τέλειο να παρουσιάζαμε τη δική μας ιστορία σαν έναν από αυτούς τους χαμένους μύθους; Θα μας έδινε τη δυνατότητα να βάλουμε στην υπόθεση αγαπημένα πλάσματα και χαρακτήρες της ελληνικής μυθολογίας, ενώ θα είχαμε και τη δημιουργική ελευθερία να αφηγηθούμε κάτι πρωτότυπο. Θα ήταν ένας νέος τρόπος εισαγωγής σ’ αυτόν τον αγαπημένο κόσμο κι έτσι γεννήθηκε ο κεντρικός μας χαρακτήρας, ο Ήρων, από το ελληνικό «ήρωας». Αυτός είναι ο πρωταγωνιστής του μύθου μας.

Τσάρλι: Πιστεύω επίσης ότι αυτές οι ιστορίες είναι από τη φύση τους σύγχρονες, καθώς οι Έλληνες θεοί ήταν ανθρωπομορφικές θεότητες, δηλαδή είχαν ελαττώματα όπως κι εμείς. Δεν ήταν παντογνώστες και παντοδύναμοι, ούτε αλάνθαστοι. Αυτό μας βοηθάει να συνδεθούμε μαζί τους σε ένα καθαρά ανθρώπινο επίπεδο. Αν το καλοσκεφτείς, οι Ολύμπιοι θεοί ήταν οι πρώτοι υπερήρωες στον κόσμο. Η Marvel και η DC κατά κάποιο τρόπο πήραν τους Έλληνες θεούς και απλά τους βάλανε στολές. Αν το ψάξεις, οι ιστορίες στη βάση τους δεν είναι και τόσο διαφορετικές. Γι’ αυτό πιστεύουμε ότι η ελληνική μυθολογία είναι ακόμα πολύ επίκαιρη. Είναι η γλώσσα όλων των σύγχρονων υπερηρώων.

Tο «Αίμα του Δία» είναι το πρώτο σας σενάριο για σειρά κινουμένων σχεδίων; Πώς γεννήθηκε η ιδέα;

Βλας: Η ιδέα είναι του Τσάρλι κι από την αρχή μου φάνηκε πολύ έξυπνη.

Τσάρλι: Είναι ένας χώρος που πάντα αγαπούσαμε, αλλά δεν τον γνωρίζαμε σε επαγγελματικό επίπεδο. Ήμασταν πάντα απλά θαυμαστές και καταναλωτές. Ευτυχώς, ξέραμε τον υπεύθυνο του τμήματος άνιμε και Ιαπωνίας στο Netflix, τον Τζον Ντερντέριαν, που μας ρώτησε αν είχαμε καμιά ιδέα η οποία θα μπορούσε να σταθεί σ’ αυτόν τον τομέα. Σε εκείνη τη φάση, ήταν ήδη κάποια χρόνια που ασχολούμασταν με την ιδέα που εξελίχθηκε τελικά στο «Αίμα του Δία», οπότε όλα έγιναν την κατάλληλη στιγμή. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, η δημιουργία αυτής της σειράς οφείλεται σε μια ιδέα που είχαμε προτείνει στον ατζέντη μας. Θέλαμε να κάνουμε μια σειρά ανθολογίας, σαν το «American Horror Story», αλλά τοποθετημένη στον κόσμο της ελληνικής μυθολογίας. Σε κάθε κύκλο, θα εξερευνούσαμε έναν διαφορετικό ελληνικό μύθο μέσα σε 10 επεισόδια. Το πλάνο ήταν να ξεκινήσουμε με την ιστορία του Ίκαρου και του Δαίδαλου. Η ιδέα για το «Αίμα του Δία» θα ήταν ο τρίτος κύκλος αυτής της σειράς. Δεν μπορούμε να πούμε περισσότερα χωρίς να κάνουμε σπόιλερ, αλλά αν ξέρετε από ελληνική μυθολογία, θα καταλάβετε όταν δείτε τη σειρά. Για την ιστορία, θα ήθελα να πω πως ακόμα πιστεύουμε ότι εκείνη για την ελληνική μυθολογία θα πετύχαινε!

– Υποθέτω ότι τα κινούμενα σχέδια προσφέρουν ακόμα περισσότερες δυνατότητες και από την πιο προηγμένη ψηφιακή επεξεργασία εικόνας. Έχω δίκιο;

Βλας: Τα κινούμενα σχέδια σου δίνουν την δυνατότητα να πεις την ιστορία που θες να πεις. Μπορείς να δημιουργήσεις έναν κόσμο και σκηνές δράσης που ποτέ δεν θα μπορούσες να φτιάξεις με ψηφιακή επεξεργασία, γιατί θα ήταν υπερβολικά μεγάλο το κόστος. Αυτό που μάθαμε είναι ότι και στα κινούμενα σχέδια υπάρχουν οικονομικοί περιορισμοί. Και υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη πίεση να είναι σωστά τα σενάρια, γιατί όταν ένα επεισόδιο έχει σχεδιαστεί, δεν υπάρχει γυρισμός. Δεν μπορούν να γίνουν νέα γυρίσματα. Παρ’ όλα αυτά, η δουλειά στον τομέα των κινουμένων σχεδίων ήταν συναρπαστική. Μας άρεσε πολύ και έχουμε ιδέες για περισσότερες σειρές κινουμένων σχεδίων, κάποιες και από την ελληνική μυθολογία. Μας ενδιαφέρει πολύ να πούμε την ιστορία της Μέδουσας.

Τσάρλι: Όπως είπε και ο Βλας, υπάρχουν περιορισμοί. Αλλά επειδή προερχόμαστε από την παραδοσιακή κινηματογράφηση, για μας ήταν πολύ απελευθερωτικό. Νιώσαμε ότι μπορούσαμε να αφήσουμε τη φαντασία μας ελεύθερη. Αλλά πάντα υπάρχουν περιορισμοί. Για παράδειγμα, έχουμε έναν Εκατόγχειρα στο πρώτο επεισόδιο, κάτι που ήταν πολύ δύσκολο. Ο σχεδιασμός και η κίνηση ενός γίγαντα με εκατό χέρια είναι μεγάλη πρόκληση. Κάποια στιγμή φοβηθήκαμε ότι θα πρέπει να τον κόψουμε. Αλλά ευτυχώς ο σκηνοθέτης μας, ο Σοντ Νιγκογκόσιαν, που είναι κατά ένα τέταρτο Έλληνας, τα κατάφερε. Υπάρχει επίσης περιορισμός στον αριθμό των πλάνων ανά επεισόδιο, αν και αυτό είναι κυρίως οικονομικό θέμα παρά κάτι που έχει να κάνει με το ίδιο το μέσο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Μελία Κράιλινγκ: Η Ελληνίδα που κατακτά την αμερικάνικη τηλεόραση

– Σε ποιο κοινό απευθύνεται η σειρά;

Βλας: Αυτό που μ’ αρέσει στη σειρά είναι ότι από τη μία απευθύνεται στο παραδοσιακό κοινό του άνιμε, που ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 15-45 και θα το λατρέψει, αλλά απ’ την άλλη, χάρη στο κομμάτι της ελληνικής μυθολογίας, απευθύνεται και σε πιο ώριμο κοινό, στις ηλικίες των 45-80. Η γυναίκα μου είναι δασκάλα και ένας συνάδερφός της, που είναι 68, της είπε ότι ανυπομονεί να δει τη σειρά!

Τσάρλι: Ελπίζουμε επίσης ότι θα δει τη σειρά όποιος αγαπάει την ελληνική μυθολογία. Δημιουργήσαμε έναν λογαριασμό στο Twitter για τη σειρά και έχει ενδιαφέρον να δεις από πού είναι όσοι μας ακολουθούν. Έχουμε πολλούς followers από τη Βραζιλία, τη Νότιο Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Θεωρούμε ότι αυτό είναι ενδεικτικό του πόσο ελκυστική και αγαπητή είναι η ελληνική μυθολογία. Έχει μια παγκόσμια απήχηση που είναι μοναδική και, ευτυχώς, χάρη στη δύναμη που έχει η πλατφόρμα του Netflix, στις 27 Οκτωβρίου θα μπορέσει να δει τη σειρά όλος ο κόσμος, εκτός από την Κίνα, τη Νότια Κορέα και τη Συρία.

– Δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι το Netflix επαναπροσδιορίζει την ψυχαγωγία, σωστά;

Βλας: Σίγουρα το Netflix κάνει κάτι πρωτοποριακό. Αυτό είναι αποτέλεσμα της εξαιρετικής του διοίκησης. Ο διευθύνων σύμβουλος, Τεντ Σαράντος, που είναι Έλληνας κι αυτός, έχει κάνει καταπληκτική δουλειά. Αυτό που έχει κατορθώσει το Netflix, ειδικά στον τομέα του άνιμε, είναι πραγματικά αξιόλογο. Νομίζω έχουν καταλάβει ότι υπάρχει κοινό και στην Αμερική και στον υπόλοιπο κόσμο για κινούμενα σχέδια ενηλίκων. Πρέπει να δώσω εύσημα και στον Τζον Ντερντέριαν, που αγόρασε το «Αίμα του Δία» και πίστεψε σ’ αυτό. Πιστεύω ότι η σειρά θα γίνει μεγάλη επιτυχία και χρωστάμε πολλά στον Τζον που την επέλεξε.

Τσάρλι: Επίσης, είναι απίστευτο μέχρι πού φτάνει το Netflix. Ήμουν με την οικογένεια μου στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2019, σε ένα απομακρυσμένο χωριό κοντά στην πατρίδα της πεθεράς μου. Η πλατεία του χωριού είχε wifi και μικρά παιδιά έβλεπαν Netflix στο κινητό. Το κοντινότερο σινεμά ήταν πιθανότατα στην Καλαμάτα, 50 χιλιόμετρα μακριά. Εκεί, όμως, σ’ αυτό το απομονωμένο μέρος, αυτά τα παιδιά είχαν πρόσβαση σε όλο το υλικό της πλατφόρμας. Αν πάρεις αυτό το παράδειγμα και το επεκτείνεις σε όλο τον κόσμο, είναι επαναστατικό αυτό που κάνει το Netflix. Θυμάμαι ακόμα που έπρεπε να ρωτάω έναν γείτονά μας που έμενε απέναντι, αν μπορούσαμε να δανειστούμε τη βιντεοκασέτα του για να δούμε το «Ιντιάνα Τζόουνς και οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού». Η ιδέα ότι χιλιάδες ταινίες και σειρές είναι άμεσα διαθέσιμες οπουδήποτε υπάρχει wifi είναι πραγματικά συγκλονιστική.

– Πώς ασχοληθήκατε και οι δύο με το γράψιμο; Δουλεύετε πάντα ως δίδυμο;

Βλας: Ναι, πάντα δουλεύουμε μαζί. Ξέραμε ανέκαθεν ότι θέλαμε να κάνουμε κάτι δημιουργικό και να λέμε ιστορίες που να συγκινούν τον κόσμο. Όποιο κι αν είναι το μέσο –κινηματογράφος, τηλεόραση, κινούμενα σχέδια – όλα ξεκινούν από τον γραπτό λόγο. Ξέραμε λοιπόν ότι έπρεπε να γίνουμε καλοί συγγραφείς για να τα καταφέρουμε. Ακόμα και για τη σκηνοθεσία, είναι σημαντικό να είσαι καλός συγγραφέας. Όταν κάποιοι φοιτητές ρώτησαν τον καταξιωμένο Ιάπωνα σκηνοθέτη Ακίρα Κουροσάβα πώς μπορούν να γίνουν καλοί σκηνοθέτες, αυτός απάντησε ότι έπρεπε να μάθουν να γράφουν.

Τσάρλι: Ευτυχώς, επειδή μεγαλώσαμε σε μια μεγάλη ελληνική οικογένεια, είμαστε συνηθισμένοι να συνεργαζόμαστε. Οι γονείς μας είχαν ένα ελληνικό εστιατόριο, έναν πάγκο με χοτ ντογκ στο Νιου Τζέρσεϊ και ένα πάρκινγκ. Μεγαλώνοντας, εμείς και τα αδέρφια μας δουλεύαμε όλοι μαζί σε όλες αυτές τις επιχειρήσεις και κάναμε ό, τι μπορούσαμε για να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον. Θα μπορούσες να πεις ότι από πολύ μικροί έχουμε εμποτιστεί με το πνεύμα της συνεργασίας. Και είμαστε τυχεροί που έχουμε ακόμα τη δυνατότητα να δουλεύουμε μαζί. Δεν σταματάω να το λέω, έχω την καλύτερη δουλειά του κόσμου: κάθομαι με τον αδερφό μου σε ένα δωμάτιο και φτιάχνουμε ιστορίες. Μακάρι να ήταν όλοι τόσο τυχεροί!

– Πώς διαμόρφωσαν την ανατροφή σας γενικά οι ελληνικές αναφορές;

Βλας: Γεννηθήκαμε στο Νιου Τζέρσεϊ και μεγαλώσαμε στο Τζέρσεϊ Σορ. Ωστόσο, η ανατροφή μας σίγουρα διαμορφώθηκε από τις ελληνικές μας ρίζες. Η μητέρα κι ο πατέρας μας μάς εμπότισαν με τις αξίες της ελληνορθόδοξης πίστης και το φιλότιμο. Και τα δύο τα φυλάμε στην καρδιά μας μέχρι σήμερα.

Τσάρλι: Δεν θα ήμασταν εδώ που είμαστε σήμερα χωρίς την ελληνική κληρονομιά και ανατροφή μας. Ως Ελληνοαμερικανοί, προφανώς μεγαλώσαμε στην ελληνορθόδοξη εκκλησία που ήταν μεγάλο κομμάτι της παιδικής μας ηλικίας. Ο πατέρας μας ήταν ένας από τους ιδρυτές της ελληνορθόδοξης εκκλησίας της Αγίας Βαρβάρας στο Τομς Ρίβερ του Νιου Τζέρσεϊ. Μαζί με τον νονό μου βοήθησαν να χτιστεί η εκκλησία. Έψαξαν τον τηλεφωνικό κατάλογο και πήραν τηλέφωνο όποιον έβρισκαν με ελληνικό επώνυμο. Έτσι, έπεισαν άλλες 40 ελληνικές οικογένειες να τους βοηθήσουν σ’ αυτό το εγχείρημα και δέκα από αυτές τις οικογένειες προθυμοποιήθηκαν να βάλουν τα σπίτια τους εγγύηση για να αγοραστεί το οικόπεδο στο οποίο στέκεται σήμερα η εκκλησία. Αυτό μας είχε κάνει μεγάλη εντύπωση. Οι δεσμοί της κουλτούρας μας είναι τόσο ισχυροί, που ένας τυχαίος ξένος έπαιρνε τηλέφωνο και του μιλούσαν επειδή ήταν Έλληνας. Επίσης, μας σημάδεψε το γεγονός ότι μεγαλώνοντας περάσαμε πολλά καλοκαίρια στην Ελλάδα. Μάλιστα, υπήρξε μια περίοδος που η οικογένειά μας επέστρεψε στην Ελλάδα. Ζήσαμε εκεί σχεδόν για ενάμιση χρόνο. Ο Βλας και τα άλλα μας αδέρφια πήγαν εκεί δημοτικό.

– Τώρα την επισκέπτεστε συχνά;

Βλας: Μας αρέσει να ταξιδεύουμε με τις οικογένειές μας στην Ελλάδα! Δυστυχώς, εγώ δεν έχω καταφέρει να έρθω τόσο συχνά όσο θα ήθελα. Όταν μας δίνεται η ευκαιρία, μας αρέσει να επισκεπτόμαστε το χωριό της μητέρας μας, την Κυλλήνη, και την Πάτρα. Μας αρέσει επίσης να πηγαίνουμε στο χωριό της πεθεράς μου, στη Σκύρο. Η Σκύρος είναι ένα από τα πιο όμορφα νησιά που έχω πάει.

Τσάρλι: Μας αρέσει πολύ να ερχόμαστε στην Ελλάδα και προσπαθούμε να επιστρέφουμε με την οικογένειά μου όσο πιο συχνά γίνεται. Έχουμε έρθει τρεις φορές την τελευταία δεκαετία και θα ήθελα να προσπαθήσουμε να ερχόμαστε κάθε καλοκαίρι. Απλά, λόγω δουλειάς δεν είναι εφικτό. Ειλικρινά, κάποιες από τις εμπειρίες μας στην Ελλάδα είναι με διαφορά από τις πιο δυνατές αναμνήσεις της ζωής μας: η πεζοπορία στην κορυφή της Μονεμβασιάς, το κολύμπι στις παραλίες της Κεφαλονιάς, η επίσκεψη στο μοναστήρι των Αγίων Αναργύρων έξω από τη Σπάρτη. Επίσης, δεν θα ξεχάσω ποτέ το παστίτσιο που φάγαμε στην Ελαφόνησο. Η θάλασσα ήταν φανταστική και σίγουρα αυτό θυμάται ο πιο πολύς κόσμος. Αλλά εγώ ακόμα το παστίτσιο ονειρεύομαι…

– Ζούμε σε περίεργους και δύσκολους καιρούς. Μπορείτε να φανταστείτε έναν υπερήρωα που θα μπορούσε να μας βοηθήσει να βγούμε από αυτή την κατάσταση;

Βλας: Σίγουρα θα χρειαστούμε υπερήρωες για να μας βγάλουν απ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια. Πιστεύω ότι υπερήρωες είναι οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής, οι γιατροί, οι νοσοκόμοι, οι διασώστες. Τους ευγνωμονώ για όλα όσα κάνουν και να ’ναι καλά! Η θεία μας στην Ελλάδα είναι γιατρός και είμαστε πολύ περήφανοι γι’ αυτήν και για τον αδερφό της που έχει οινοποιείο, την Οινοποιία Παρπαρούση. Θα κάνω εδώ μια μικρή παρένθεση. Δώσαμε ένα μπουκάλι από το κρασί του στον Τζιμ Γιαννόπουλος, πρόεδρο της Paramount, και του άρεσε τόσο πολύ που παρήγγειλε ολόκληρο κιβώτιο. Ο θείος μας φτιάχνει μερικά από τα καλύτερα κρασιά στον κόσμο, όλοι πρέπει να τα δοκιμάσουν! Είμαστε περήφανοι για όλα όσα έχει καταφέρει μαζί με τα ξαδέρφια μας, που έχουν αναλάβει τώρα την επιχείρηση. Για να επιστρέψω στην ερώτηση, είμαι ευγνώμων για όλα όσα κάνουν οι άνθρωποι της πρώτης γραμμής. Αυτοί είναι οι πραγματικοί ήρωες και συνεχίζουν να μας βοηθούν στη μάχη κατά της πανδημίας. Στο μεταξύ, αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς, οι κοινοί θνητοί, είναι να φοράμε μάσκα και να ακολουθούμε τα πρωτόκολλα που ορίζουν οι ειδικοί. Ένα πράγμα που αγαπώ στην ψυχαγωγία είναι που βοηθάει τους ανθρώπους να νιώθουν καλύτερα. Μπορεί να τους ανεβάσει τη διάθεση, να τους κάνει να γελάνε, να τους εμπνέει. Το «Αίμα του Δία» έχει αυτή τη σπάνια διάκριση: είναι σειρά άνιμε αλλά και σειρά διασκέδασης, φυγής. Και το λέω με την καλή έννοια. Είναι μια σειρά που προσελκύει τους θεατές και τους βυθίζει σε έναν κόσμο όπου μπορούν να γελάσουν, να κλάψουν, να πανηγυρίσουν και να εμπνευστούν, δίνοντας τους την ευκαιρία να ξεφύγουν για λίγο από την καθημερινότητα. Είναι μια σειρά που ειδικά οι Έλληνες θα αγαπήσουν. Θα τους γεμίσει περηφάνια.

Τσάρλι: Ζούμε δύσκολους καιρούς αλλά οι Έλληνες έχουν αντέξει δυσκολίες και στο παρελθόν. Η λιτότητα που έζησαν πρόσφατα είναι θλιβερή κι όμως, το ελληνικό πνεύμα ακόμα επιμένει. Οπότε, ναι, χρειαζόμαστε έναν ήρωα και χρειαζόμαστε ηγεσία. Αλλά δεν είμαι σίγουρος ότι αυτός ο ήρωας θα είναι ένα μεμονωμένο άτομο. Μπορεί να είναι μια ομάδα ανθρώπων ή ένας τρόπος σκέψης. Θέλουμε να ξέρετε ότι είμαστε πολύ περήφανοι για τον τρόπο που οι Έλληνες αντιμετώπισαν την κρίση του COVID-19. Καταλαβαίνουμε ότι λόγω της φύσης της ελληνικής οικονομίας έπρεπε να επιτρέψετε τον τουρισμό. Ελπίζουμε ότι θα καταφέρετε να διαχειριστείτε αυτή την κατάσταση και να προχωρήσετε. Και ελπίζουμε το 2021 να είναι μια καλύτερη χρονιά από το 2020!