«Η Αλεξάνδρα Κάππα είναι σεναριογράφος, θεατρική συγγραφέας και το έργο της «Γάλα, αίμα» βασίζεται στη Μήδεια. Τολμώ να πω ότι είναι το πιο δυνατό, ελληνικό, έργο που έχω διαβάσει εδώ και καιρό» δήλωσε με τη φωνή του να έχει τέτοια ένταση που παρότι η συνέντευξη έγινε τηλεφωνικά, ένοιωθες τη λάμψη στα μάτια του.

Το έργο αναφέρεται «στο καλοκαίρι του Ά58, σ’ ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας, μια γυναίκα σκοτώνει τα δυο της παιδιά. Σύμφωνα με τη συγγραφέα, Αλεξάνδρα Κ*, το έργο μεταφέρει τη Μήδεια σε μια εποχή που η γυναίκα μόλις αρχίζει να αντιλαμβάνεται πως η ζωή δεν επιφυλάσσει την ίδια τύχη στα δύο φύλα. Η Ξένη έχει περάσει χρόνια περιορισμένη στους ρόλους της κόρης, της συζύγου και της μητέρας, υπό το άγρυπνο μάτι της στενής κοινωνίας όπου την έφεραν να ζήσει. Όταν ο άντρας της παντρεύεται μιαν άλλη γυναίκα, και η ίδια δεν έχει πια κανέναν ρόλο να υπηρετήσει, ψάχνει να βρει τι έχει απομείνει απ’ αυτήν ακόμα ζωντανό».

Στην παράσταση πρωταγωνιστούν οι: Έλενα Τοπαλίδου (η Ξένη), Μάγδα Καυκούλα (η Δασκάλα τους, Μια νέα), Γιώργης Βασιλόπουλος (ο Φίλος τους, Ένας νέος), Γιάννος Περλέγκας (ο Πατέρας της, Ένας γέρος), Σύρμω Κεκέ (η Μάνα του, Μια γριά), Μιχάλης Τιτόπουλος (ο Άντρας της, Ένας άνδρας)

Τι ήταν αυτό που σας ιντριγκάρισε για να πείτε το ναι στο «Σιωπηλό Δρόμο»;

– Ο λόγος που έχω αρνηθεί να κάνω τηλεόραση έχει να κάνει με τον τρόπο με τον οποίο κάνω θέατρο. Το θέατρο καταλαμβάνει πολύ μεγάλο χρόνο στην ενασχόλησή μου. Το εξαιρετικό καστ της σειράς, ο σκηνοθέτης, ο τρόπος γυρίσματος μού έδωσε τα εχέγγυα ότι  όλα θα γίνονταν σωστά. Με τους περισσότερους από τους συναδέλφους γνωριζόμασταν χρόνια από το θέατρο και ήξερα ότι μπορώ να συγχρονιστώ. Γιατί στην τηλεόραση δεν υπάρχει χρόνος για δοκιμές όπως στο θέατρο και πρέπει να βρίσκεις πρακτικές λύσεις σε πάρα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η τηλεόραση έχει τη δυνατότητα να είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μέσο αρκεί να υπάρχει η κατάλληλη προετοιμασία και σοβαρότητα για να μπορέσουμε να δούμε αξιόλογα πράγματα. Ο «Σιωπηλός Δρόμος» ήταν μία πολύ φροντισμένη δουλειά, με κινηματογραφική φωτογραφία, ωραία πλοκή, ένταση. Μία σειρά επιπέδου σαν αυτές που βρίσκουμε σε σοβαρές πλατφόρμες όπως στo HBO με θεατές που έχουν απαιτήσεις. Με δυνατό σενάριο. Πάντα τα σενάρια αποτελούν το βασικό πρόβλημα στις τηλεοπτικές σειρές καθώς μεγάλο ρόλο δεν παίζει μόνον η πλοκή αλλά και οι διάλογοι.

Σε περίοδο πανδημίας, πόσο σπουδαίο είναι να δημιουργούνται τόσο ωραίες δουλειές;

– Είναι πολύ σπουδαίο. Οι σειρές μπορεί να έχουν ένα ελκυστικό περιτύλιγμα όμως πρέπει να προσφέρουν και κάτι το ουσιαστικό σύμφωνα με την εποχή που ζούμε. Ζούμε μία καταστροφή. Νοιώθω ότι τη ζούσαμε και πριν την πανδημία. Καταστροφή δεν σημαίνει ότι πρέπει να περάσουμε στην πλήρη απαισιοδοξία. Νοιώθω ότι κάτι πρέπει να πούμε γι αυτό που ζούμε. Ελπίζω να υπάρξουν δημιουργοί που να το κάνουν.

Αλήθεια πώς διαχειριστήκατε την περίοδο εγκλεισμού; Πιστεύετε ότι αυτή η κατάσταση είχε και κάτι θετικό το θετικό;

-Σε προσωπικό επίπεδο στο πρώτο διάστημα υπήρξε μία, ας την πούμε, θετική αίσθηση κάποιων πραγμάτων, προλάβαμε και σκεφθήκαμε να κάνουμε κάποια πράγματα. Το ζήτημα δεν είναι μόνο το προσωπικό αλλά και το κοινωνικό. Με την πανδημία διογκώθηκε το αίσθημα του ατομικισμού. Ξεχάσαμε να βρισκόμαστε.

Είχατε πει ότι νιώσατε να επαναλαμβάνεται μία γκάμα ρόλων ως ηθοποιός ότι τυποποιηθήκατε χτυπήσατε ταβάνι και δεν αντέχατε τον εαυτό σας, σας κούραζαν τα εργαλεία σας, τα νιώθατε φτωχά. Ήταν κάτι προσωπικό ή αυτό σας ζητούσαν να κάνετε;

-Μετά από αρκετά χρόνια ως ηθοποιός ένοιωθα ότι κάτι έπρεπε να αλλάξει στον τρόπο που λειτουργώ, επιρρίπτοντας την ευθύνη σε εμένα όχι στους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμουν. Ίσως εγώ φορούσα τη συγκεκριμένη εικόνα. Ένοιωθα ότι για να συνεχίσω έπρεπε να δυναμώσω, να επαναπροσδιοριστώ. Κάθε ηθοποιός πρέπει να έχει συνέχεια αυτή την ανησυχία. Επαγρύπνηση σε σχέση με τα εκφραστικά του μέσα. Ο ηθοποιός δεν έχει τα «όπλα» άλλου καλλιτέχνη. Ο ηθοποιός έχει να αντιμετωπίσει τον εαυτό του, την αναπνοή του και λόγια που δεν είναι δικά του. Το θέατρο είναι μία τέχνη που δεν έχει συγκεκριμένη γλώσσα για να πατήσεις. Έχεις να μελετήσεις κάτι καινούργιο από την αρχή και μελετάς αναγκαστικά τον εαυτό σου κι αν δεν το κάνεις είναι πολύ εύκολο να επαναληφθείς. Ο δάσκαλος μου, Λευτέρης Βογιατζής, από τα 19 μου, μου καλλιέργησε την έμφυτη ανάγκη μου για αυτοκριτική. Ελπίζω όχι αυτομαστιγούμενος αλλά με ξυπνάει και από τις πεποιθήσεις που ακόμα έχω και με κάνει να τις ξαναβλέπω με καινούργιο μάτι γιατί κάθε στιγμή είναι διαφορετική. Δεν μπορείς κάθε μέρα να είσαι ηθοποιός αλλά καλείσαι να είσαι ειδικά στο θέατρο. Πρέπει να ξαναβρίσκεις το λόγο γιατί είσαι ηθοποιός κάθε μέρα.

-Οι ηθοποιοί που «φορούν» ρόλους το κάνουν πιστεύετε, από συνήθεια, φόβο ή έλλειψη δύναμης;

– Κάθε ηθοποιός είναι διαφορετικός. Μπορούμε να ομαδοποιήσουμε κάποια… συμπτώματα και να τα δούμε αλλά ναι ο ηθοποιός περνά από τον φόβο αναγκαστικά . Το θέμα είναι ότι χρειάζεται πολύς χρόνος και βοήθεια να ξεπεράσει αυτούς τους πολύ μόνιμους φόβους να εκτεθεί ώστε αυτή η έκθεση να είναι δεύτερη φύση του και να μην τον ενοχλεί που γίνεται. Ένας ηθοποιός το να μην επαναλαμβάνει τον εαυτό του, να μην εκτίθεται μέσω της ασφάλειάς του έχει να κάνει με πολλά ζητήματα. Καταρχάς εκπαίδευσης νομίζω.

Μπαίνοντας και στη θέση του σκηνοθέτη, ποιο είναι το πρώτο ζητούμενό σας από τους ηθοποιούς;  Ένας ηθοποιός σκηνοθετεί καλύτερα;

– Όχι απαραίτητα. Ξέρω ότι έχω υπάρξει και αποτελεσματικός ως σκηνοθέτης και απογοητευτικός. Δεν σκηνοθετώ με μεγάλη συχνότητα. Σίγουρα βοηθάει το να ξέρεις τη σκηνή και επειδή την περιπέτεια της σκηνής την έχω βιώσει πολύ έντονα 21 χρόνια σίγουρα μπορώ να καταλάβω την αγωνία των συναδέλφων μου να υπάρξουν ελεύθεροι πάνω σε αυτή και ταυτόχρονα να υπηρετούν κάτι σαν να είναι μία παρτιτούρα . Εννοείται ένας ηθοποιός μπορεί να καταλάβει από κάποιον που σκηνοθετεί από την πλατεία χωρίς να σημαίνει ότι θα τα καταφέρνει πάντα .

Απογοητευτικός γιατί;

– Γιατί ένοιωσα ότι δεν κατάφερα να προσχωρήσω στη σύνθεση και παρέμεινα πιο πολύ στη δουλειά του ηθοποιού.

-Φέτος, λόγω της πανδημίας, στο θέατρο λειτούργησε το live streaming. Πιστεύετε ότι  βοηθά το θέατρο ή χάνεται η μαγεία επικοινωνίας ηθοποιών και κοινού;

-Εάν δουλευτεί σωστά και διατεθεί περισσότερος χρόνος και χρήμα μπορεί να λειτουργήσει σωστά. Όταν δεν υπάρχει καμία προετοιμασία και σου λένε ότι η παράσταση σου θα βγει σε live streaming  έχω πρόβλημα όταν μάλιστα παίζω και δεν μπορώ να ελέγξω το μοντάζ. Δεν είμαι συνολικά αντίθετος, αλλιώς να γίνει μία σωστή βιντεοσκόπηση με σωστή προετοιμασία ώστε η παράσταση να αποδοθεί όπως πρέπει κι αλλιώς όλα να γίνονται στην τύχη. Το θέατρο είναι μία δημόσια εκδήλωση. Οι θεατές θέλουν να ταξιδέψουν και εμείς να το προσφέρουμε. Δεν είμαι κάθετος με την ιδέα της βιντεοσκόπησης της παράστασης, αρκεί να  πληροί όρους οικονομικούς και καλλιτεχνικούς και το γύρισμα να το χειριστεί ο θεατρικός σκηνοθέτης και όχι όποιος άξιος τηλεσκηνοθέτης.

-Έχετε δηλώσει ότι το στοιχείο της ανυποταξίας της αντίδρασης, σας έχει κοστίσει σε επίπεδο παρουσίας σε θεσμικά πλαίσια αλλά και στη μεγαλύτερη εμπλοκή στο καλλιτεχνικό που επιζητάτε και κυνηγάτε. Τι ακριβώς έχει συμβεί;

-Η αγορά έχει απαιτήσεις, αλλά το θέατρο δεν μπορεί να κινηθεί μόνο με όρους κόνσεπτ και προτζεκ. Για να μπορέσει ένας ηθοποιός να φτιάξει κάτι πρέπει να σπαταλήσει κάποιο χρόνο. Για να κερδίσεις χρόνο πρέπει να χάσεις κάποιο χρόνο. Όποτε σκηνοθετώ σε πιο θεσμικά πλαίσια, έχω προστριβές με τα πλαίσια. Λόγω και παρελθόντος και κουμμουνιστικής ιδεολογίας είμαι πιο ευαίσθητος  με τα εργασιακά και τις καλλιτεχνικές συνθήκες. Οι απατήσεις μου δε οξύνθηκαν και  λόγω του δασκάλου μου, του Λευτέρη Βογιατζή. Έχω επίγνωση του τι σημαίνει χρόνος, πόση σημασία να δώσεις στους ανθρώπους κι αυτός είναι ο λόγος που δεν είμαι πολλές φορές αποτελεσματικός σκηνοθέτης. Το Θέατρο είναι μία διαρκής μαθητεία που δεν πρέπει να είναι απλήρωτη. Οι θεατρικοί ηθοποιοί είναι συνήθως απλήρωτοι. Εργασιακά είμαι απαισιόδοξος. Είμαι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να πάψω να είμαι σκηνοθέτης. Προτιμώ να μην γίνονται παραστάσεις παρά να γίνονται επιφανειακά και απλήρωτες ή κακοπληρωμένες.

Και κάτι πιο προσωπικό: Συνεχίζετε να είστε γκρινιάρης; Ή η κόρη σας, σας άλλαξε;

Έχω πλέον περισσότερη επίγνωση της γκρίνιας μου. Κάνω αυτοκριτική οπότε και τη μαζεύω. Σταμάτησα να είμαι γκρινιάρης γιατί δεν ήθελα να περάσω αυτό το βασικό μου συστατικό στην κόρη μου και σε αυτό με βοήθησε και το πέρασμά μου στη σκηνοθεσία. Θέλω να κάνω πιο ολοκληρωμένα τη δουλειά μου, να μην με βλέπει η κόρη μου έτσι. Με έκανε λοιπόν να μαζεύω τη γκρίνια μου ή να τη μετασχηματίζω γρήγορα σε κάτι άλλο.

Έχετε πει για τον δάσκαλο και μέντορά σας Λευτέρη Βογιατζή σχετικά με τη δουλειά «ήθελα να παραλύω από τον θαυμασμό μου για όσα λατρεύω. Αυτά μου έθεταν όρια». Πόσο σας παραλύει και σας θέτει όρια η κόρη σας;

Οι άνθρωποι δεν πρέπει να παραλύουν από τον θαυμασμό γιατί δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Μου πήρε πάρα πολλά χρόνια για να το καταλάβω αυτό. Ο Λευτέρης μου το είχε προκαλέσει αυτό. Η πιο σημαντική μου στιγμή για να το καταλάβω, ήταν η πρόσφατη συνάντησή μου με τον Βασίλη Παπαβασιλείου που με τον τρόπο του, μου εξήγησε ότι δεν γίνεται να παραλύεις απέναντι στο πρόσωπο που θαυμάζεις, γιατί δεν μεγαλώνεις, δεν ωριμάζεις αν δεν κάνεις εσύ το βήμα στο κενό που είναι απαραίτητο για να υπάρξεις ως άνθρωπος και ως επαγγελματίας . Οι δάσκαλοι και οι μαθητές είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Το ίδιο γονείς και παιδί. Όπως ο μαθητής έτσι και  το παιδί δεν παραλύει μπροστά στο δάσκαλο και στο γονιό, αντίστοιχα, όσο ισχυρό πρότυπο κι αν είναι. Πρέπει να γίνει γονιός του εαυτού του. Δεν νομίζω ότι μπορεί να διδάξει κάτι άλλο ένας γονιός σε ένα παιδί . Πρέπει να παράσχει τα υλικά εκείνα να νοιώσει ο ίδιος γονιός του εαυτού του. Το ίδιο ισχύει και το μαθητή και το δάσκαλο.

Έχετε επαναλάβει τα λόγια της μητέρας σας «Πρέπει να γίνουμε καλύτεροι πρέπει να γίνουμε πρώτοι»;

-Πρέπει να υπάρχει το περιθώριο λάθους. Αν ωθείς κάποιον να κάνει μόνο το σωστό μόνο σε διαστρεβλώσεις μπορεί να τον οδηγήσεις. Έχω μεγαλώσει εν είδους αριστείας να γίνεσαι καλύτερος. Η αριστεία είναι κάτι το στείρο. Νεκρό. Δεν ωθώ την κόρη μου να είναι πρώτη. Είχα θυμώσει πολύ παλιά. Τώρα αυτό το αίτημα, το καταλαβαίνω και το αγκαλιάζω, το κατανοώ. Προερχόταν από ένα τεράστιο αίτημα μέσα της το όποιο με έχει βοηθήσει να αντέχω πολλά πράγματα και να τα αντιμετωπίζω μαχητικά. Να γινόμαστε καλύτεροι θα το κράταγα, το πρώτοι δεν θα το κράταγα. Αν έρθει μια πρωτιά να έρθει ερήμην και όχι επειδή είναι αίτημα.

Πέρα από τη θεατρική σας υπόσταση είστε και πολύ καλός μουσικός, με λατρεία στο ρεμπέτικο.

-Ναι μπορώ να βγάλω κι ένα μεροκάματο απ΄ τη μουσική. Η μουσική έχει γλώσσα γι αυτό πιο εύκολα τραγουδάς παρά μιλάς. 25 χρόνια πια στα ρεμπέτικα με τους καλύτερους μου φίλους, τους «Ρασκ χιτζάζ». Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι δεν θα υπάρχει στη ζωή μου.

-Πιάνο παίζετε ή ακόμα το αποφεύγετε;

-Πιάνο παίζω. Δεν κρύβω ότι έχω μια τραυματική σχέση, αλλά άρχισα  να ξαναπαίζω με αφορμή τη Στέλλα (σ.σ. Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια, παράσταση στο Εθνικό). Με έχει βοηθήσει πάρα πολύ και στο θέατρο, με παραπέμπει σε μία πιο μοναχική παρουσία τώρα που την ξανά χρειάζομαι. Τώρα πια άλλωστε δεν υπάρχει το αίτημα να γίνω ο καλύτερος πιανίστας.

Εκτός από τα γυρίσματα στον Άγιο Νικόλαο στην Κρήτη για τα αυτοτελή επεισόδιο βασισμένα στο βιβλίο της Βικτώριας Χίσλοπ «Καρτ Ποστάλ» που θα προβληθούν από την ΕΡΤ τι άλλο θα έχει η επόμενη σαιζόν;

-Ακόμα, όλα είναι θολά. Η «Στέλλα» δεν μπορεί να γίνει εντός Εθνικού κι αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αναζητήσω πόρους για την παραγωγή. Το Εθνικό θέλει να ξεχαστεί αυτή η περίοδος καθώς η παράσταση ανέβηκε επί τη διεύθυνσης του Δημήτρη Λιγνάδη. Δεν ξέρω αν θα το κάνω. Παρόλα αυτά, αν όλα πάνε καλά, ίσως καταφέρουμε να παρουσιάσουμε στο Θέατρο Τέχνης το έργο που έγραψε και σκηνοθετεί η Ηρώ Μπέζου με τίτλο «Οι ναυαγοί».