Το 1958, στην Ελλάδα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής οραματίζεται την τουριστική ανάπτυξη της χώρας μας και στο βουνό της Πάρνηθας, (στα γαλλικά Mont Parnes) μία ομάδα- αποτελούμενη από αρχιτέκτονες, μηχανικούς και καλλιτέχνες, όπως ο Τέτσης, ο Μόραλης και ο Τσαρούχης υπό τη διεύθυνση και καθοδήγηση του αρχιτέκτονα και καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών, Παύλου Μ. Μυλωνά, κάτω από αντίξοες φυσικές συνθήκες,σε υψόμετρο 1.078μ. , με οικονομικές και πολιτικές αντιπαραθέσεις- ξεκινά να δημιουργήσει το «μεγαλειώδες» θρύλο του “Mont Parnes”, με τους ένθερμους υποστηρικτές και τους φανατικούς εχθρούς, καθώς ακόμα και το παλάτι, ενοχλούσε ο όγκος του ξενοδοχείου, αφού από τα Ανάκτορα του Τατοίου φαινόταν το κτήριο, και τους χαλούσε τη θέα της Πάρνηθας.
Το κτίριο που από τον ξένο Τύπο χαρακτηρίστηκε επίτευγμα της σύχγρονης αρχιτεκτονικής, ανάλογο του Πύργου του Άιφελ, εγκαινιάστηκε τελικά με δόξες και τιμές στις 17 Ιουνίου του 1961, από τον υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο, παρουσία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή, του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Σοφοκλή Βενιζέλου, σύσσωμης της Κυβέρνησης, ακαδημαικών, καλλιτεχνών, του ανφαν γκατέ της επιχειρηματικής ζωής αλλά και ξένων σταρ,όπως οι: Κουρτ Γιούργενς, Αμεντέο Νατσάρι και Μισελίν Πρελ.
1961. Την glam βραδιά των εγκαινίων ο Υπουργός Προεδρίας Κωνσταντίνος Τσάτσος με τον Μητροπολίτη Aττικής και Μεγαρίδος κ.κ. Ιάκωβο.
Ωστόσο ένα αναπάντεχο γεγονός θα σημάδευε με ατυχία την μεγαλοπρεπή δεξίωση των εγκαινίων του “Mont Parnes”, καθώς ο δημιουργός του έργου Παύλος Μ. Μυλωνάς τράκαρε με το αυτοκίνητό του και τραυματίστηκε ευτυχώς ελαφριά. Παρά την απαράμιλλη ομορφιά του, το ξενοδοχείο δεν είχε την αναμενόμενη επιτυχία.
Το 1964 διακόπηκε η χειμερινή του λειτουργία και άνοιγε μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες. Μετά τον ΕΟΤ αλλάζει διαδοχικά ιδιοκτήτες. Από ελβετική ξενοδοχειακή εταιρία περνά στη διαχείριση για ένα χρόνο του Απόστολου Δοξιάδη της ιστορικής “Μ. Βρετανίας” της πλατείας Συντάγματος ώσπου το 1970, το ξενοδοχειακό συγκρότημα “Mont Parnes” παραχωρείται στον Κύπριο επιχειρηματία Φρίξο Δημητρίου, ο οποίος διαπραγματευόταν με τον μαικήνα Αριστοτέλη Ωνάση την αγορά του μεριδίου του στο καζίνο του Μόντε Κάρλο και με το Σάχη της Περσίας για τη δημιουργία καζίνου στην Κασπία.
To “Mont Parnes” στις δόξες του στολισμένο με γλαδιόλες, γαρύφαλλα και τριαντάφυλλα και την ορχήστρα του Γεράσιμου Λαβράνου να παίζει live, όσο οι κοσμικοί Αθηναίοι, πόνταρανστην ρουλέτα.
Οι κοσμικοί Αθηναίοι, αγκαλιάζουν τον πολυτελέστατο «ναό της τύχης» ενώ οι μανιώδεις παίκτες του δίνουν το προσωνύμιο ,το «βουνό». Μέχρι τότε στην Ελλάδα υπήρχαν καζίνα μόνο σε τουριστικές περιοχές όπως η Ρόδος , στο ξενοδοχείο “Γκραντ Οτέλ” και στην έπαυλη “Αχίλλειον” της Κέρκυρας, καθώς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε την διορατικότητα να συνδυάσει τον τουρισμό με τον τζόγο.
Τελικά το καζίνο της Πάρνηθας, ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1971, μέσα σε βροχή από σαμπάνιες, διάσημους καλεσμένους και guest τον Ομάρ Σαρίφ.
Οι κοσμικοί τζογαδόροι μαζί με τους σταρ του θεάτρου και του τραγουδιού που είχαν πάθος με τη ρουλέτα, απέκτησαν επιτέλους το αγαπημένο glam στέκι τους. Στις αίθουσές του συναντήθηκε η δύναμη με τον πλούτο, η τέχνη με την πολιτική , η Ρένα Βλαχοπούλου με τον Σταμάτη Κόκοτα, ο Στράτος Διονυσίου με την Δούκισσα, η Λίτσα Διαμάντη με την στιχουργό Σώτια Τσώτου, ο Νίκος Ζωγράφος με τον Δημήτρη Καρέλα , ο Νίκος Γκάτσος με τον Σωτήρη Μουστάκα.
70s: Fan του καζίνο της Πάρνηθας ο αξέχαστος Σωτήρης Μουστάκας με τη σύζυγό του Μαρία Μπονέλου.
Γιατί εκτός από το πατάρι του “Λουμίδη” και το “Πικαντίλυ” ,ο Γκάτσος αγαπούσε τα τραπέζια της ρουλέτας και από εκεί ξεκίνησε η φιλία του μεγάλου ποιητή με τον ταλαντούχο ηθοποιό, και τη σύζυγό του Μαρία Μπονέλου που ήταν καταπληκτική μαγείρισσα με αποτέλεσμα μετά τις εξορμήσεις και τις “στενοχώριες” στο βουνό, να μαζεύονται όλοι στο σπίτι του Μουστάκα για να ξεχαστούν με τις σπεσιαλιτέ της Μπονέλου, συντροφιά με τον Χατζιδάκι ,τη Νάνα Μούσχουρη και τη σύντροφο του Γκάτσου, Αγαθή Δημητρούκα.
Το σίγουρο είναι ότι αν τα καθίσματα είχαν στόμα και μιλούσαν, θα γινόταν σεισμός, αφού είναι η μυθική εποχή που τεράστιες περιουσίες άλλαζαν χέρια μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου, καθώς υπήρχαν επώνυμοι Αθηναίοι που έκαναν το καζίνο δεύτερο σπίτι τους και τους ήξεραν και οι πέτρες στην Πάρνηθα.
1963. Στη βεράντα του ξενοδοχείου ο Αυστριακός Διευθυντής Έντμοντ Έρλις, με τη σύζυγό του, απολαμβάνουν τη μοναδική θέα.
Η καλή κοινωνία πάντως ειδικά τις ημέρες των γιορτών με αποκορύφωμα την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, θεωρούσε υποχρέωσή της να χτυπήσει κάρτα στο καζίνο , για το γούρι της χρονιάς ,έστω και αν δεν είχε πάθος με τον τζόγο. Ήταν άλλωστε η ένδοξη δεκαετία που για να εισέλθει κάποιος στο “Mont Parnes” χρειαζόταν επίδειξη της φορολογικής του δήλωσης, με μίνιμουμ ετήσιο εισόδημα άνω των 150.000 δραχμών, και οπωσδήποτε κοστούμι και γραβάτα για τους κυρίους, ενώ η είσοδος απαγορευόταν στους δημοσίους υπαλλήλους.
Το 1972 κατασκευάζεται το θρυλικό τελεφερίκ, ενώ από το 1974 το ιστορικό αλλά εγκαταλελειμένο πλέον ξενοδοχειακό συγκρότημα με τους πίνακες του Μόραλη και του Τέτση και τα χαλιά σε σχέδιο του Τσαρούχη λειτουργεί πλέον μόνο ως καζίνο.
Το 1984 , το καζίνο κρατικοποιείται, αλλά έχει χάσει την αίγλη του . Ο σεισμός του 1999 δίνει το χαριστικό χτύπημα στο «ετοιμόρροπο» και λεηλατημένο παλατάκι της Πάρνηθας, ενώ στην παρακμή βάζει τέλος η αγορά του από την Hyatt Regency.
Η αναγέννησή του ξενοδοχείου στην κυριολεξία μέσα από τις στάχτες του είναι γεγονός με το καζίνο σε στυλ Las Vegas, να αποτελεί το δυνατό χαρτί του και να ζει μια δεύτερη, λίγο πριν την κρίση, ένδοξη ψυχαγωγική εποχή. Όσον αφορά τη μετεγκατάστασή του από το βουνό της Πάρνηθας, το μέλλον θα δείξει…
(Φωτογραφία εξωφύλλου: 1961. Με σμόκιν την βραδιά των εγκαινίων ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής με τον γενικό γραμματέα του ΕΟΤ, Νικόλαο Φωκά κι άλλους παρεβρισκομένους)