Πόσες φορές έχεις ερωτευθεί, έχεις γιορτάσει, έχεις δακρύσει και έχεις νιώσει την ζωή σου να κυλάει μέσα από την φωνή του Δημήτρη Μητροπάνου;

Σπουδαίο να τον πεις και αυτό λίγο είναι. Ένας ερμηνευτής του λαϊκού τραγουδιού, ένας άνθρωπος που αυτό που θυμάσαι να κάνει είναι να “βάζει” λόγια στην ψυχή σου. Διότι η μουσική και οι στίχοι ήταν εργαλείο όταν είχαν το πλεονέκτημα να πέσουν στα χέρια του και να ακουστούν, να ακουστούν με ένα μοναδικό θάρρος, με φωνή που όμοια δεν υπάρχει, όχι εύκολα τουλάχιστον.

Ο Δημήτρης Μητροπάνος ήταν και παραμένει ένα “ιερό”, ένας καλλιτέχνης που “για πάντα” θα είναι όλα όσα έζησες, θέλησες και κατάφερες αφού με τα τραγούδια του περπάτησες, μεγάλωσες και ζεις ακόμη.

https://www.youtube.com/watch?v=01an47dPI5E

Η ζωή του

Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1948 στην Αγία Μονή, μία συνοικία έξω από τα Τρίκαλα.

Μεγάλωσε μόνο με την μητέρα του καθώς πίστευε ότι ο πατέρας, που ήταν κομμουνιστής, σκοτώθηκε στον εμφύλιο πόλεμο. Σε ηλικία 16 ετών έλαβε ένα γράμμα που ενημέρωνε την οικογένεια ότι ζούσε στη Ρουμανία. Τον συνάντησε για πρώτη φορά σε ηλικία 29 ετών.

Έζησε την φτώχια και από μικρός αναγκάστηκε να δουλεύει, πολύ και σκληρά. Η πρώτη του δουλειά ήταν στην ταβέρνα του θείου, σερβιτόρος, ενώ στη συνέχεια δούλεψε σε οικοδομή και ξυλουργείο, στις κορδέλες κοπής ξύλων.

Ήταν 16 ετών όταν, μαζί με τον θείο του, πήγε σε ένα νυχτερινό κέντρο στο οποίο τραγουδούσε ο Μπιθικώτσης. Μόλις τελείωσε το πρόγραμμα, η παρέα του θείου του τον έβαλε να τραγουδήσει. Όταν τον άκουσε ο Μπιθικώτσης του είπε: «Εσύ πρέπει να γίνεις τραγουδιστής, έλα να σε πάω στην Columbia». Κάπως έτσι έγινε η αρχή….

Στη συνέχεια γνώρισε τον Γιώργο Ζαμπέτα που τον ενέταξε στο σχήμα που εμφανιζόταν στα «Ξημερώματα». Τα βράδια τραγουδούσε και το πρωί πήγαινε σχολείο.

Το 1966 γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη που ξεχώρισε τον ταλαντούχο νεαρό τραγουδιστή με τον καλό χαρακτήρα. Όταν ένας καλλιτέχνης του Θεοδωράκη αρρώστησε και κάποιος έπρεπε να τον αντικαταστήσει σε μία σειρά συναυλιών στην Ελλάδα και στην Κύπρο, ο Δημήτρης Μητροπάνος βρέθηκε επί μουσικής σκηνής να ερμηνεύει κομμάτια από τη «Ρωμιοσύνη» και το «Άξιον Εστί».

Πρώτος σημαντικός σταθμός στην καριέρα του ήταν ο δίσκος “Άγιος Φεβρουάριος” σε μουσική Δήμου Μούτση και στίχους Μάνου Ελευθερίου. Θεωρούσε ότι ο συγκεκριμένος δίσκος, μαζί με το έργο «Στου Αιώνα την Παράγκα» που έκανε με τον Θάνο Μικρούτσικο, ήταν οι καλύτερες δισκογραφικές δουλειές του.

Πέθανε στις 17 Απριλίου του 2012

Από την αυτοβιογραφία του

“Πάω λοιπόν στην Kολούμπια όπως μου είπε ο Mπιθικώτσης. Kαι ο Tάκης ο Λαμπρόπουλος μου γνωρίζει τον Zαμπέτα. Στο στιλ “πάρε αυτόν να εκπαιδευτεί”. Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω με τον Zαμπέτα στα “Ξημερώματα”. Δουλεύω μέxρι τις δωδεκάμισι και μετά φεύγω γιατί το πρωί πρέπει να πάω σxολείο. Από τους Λαμπράκηδες έxω γνωρίσει και τον Θεοδωράκη… Mετά τον βλέπω και στην Kολούμπια. Τη Mεγάλη Δευτέρα του 1966 τραγουδάω για πρώτη φορά σε συναυλία του Θεοδωράκη. Στο Παλλάς.. Aπ’ αυτές τις συναυλίες γίνομαι κάπως γνωστός σ’ έναν κόσμο που τότε ερχόταν πολύ στην Πλάκα. Φοιτητές και τέτοια… Έτσι βρίσκομαι να δουλεύω στις Eσπερίδες και μετά στο Λυxνάρι και στα Tαβάνια… Kάνω και κάποιες συναυλίες με τον Λεοντή όπου τραγουδάω την “Kαταxνιά” και μετά γίνεται η xούντα. Aπό την Πλάκα, έτσι κι αλλιώς, μας μαζεύανε κάθε τόσο για εξακρίβωση και μας κρατούσαν στην Ασφάλεια. Πόσο μάλλον τώρα… Γυρίζω στον Zαμπέτα κι από ‘κει αρxίζει και η δισκογραφία. Στην Kολούμπια μου κάνουν συμβόλαιο για ένα xρόνο. Hxογραφώ μόνο δύο τραγούδια, τα όποια τελικά δε βγήκαν ποτέ» …. «Το πρώτο τραγούδι που ηχογραφώ στην ΕΛΛΑΣΔΙΣΚ (την μετέπειτα ΠΟΛΥΓΚΡΑΜ) είναι του Βασίλη Κουμπή η “Χαμένη πασχαλιά”. Δεν πρόλαβε να βγει καλά-καλά, γίνεται η 21η Απριλίου, ήταν και Πάσχα, το απαγόρευσαν αμέσως. Έτσι ο πρώτος μου ουσιαστικά δίσκος γίνεται με τον Ζαμπέτα. Στον Ζαμπέτα χρωστάω πολλά. Ίσως είναι ο μόνος που χρωστάω τόσα πολλά. Μου φέρθηκε παραπάνω από καλά κι ήταν για μένα οι πρώτες μου εμπειρίες”.