Ο Κουέντιν Ταραντίνο γεννήθηκε στις 27 Μαρτίου του 1963. Από μικρός λάτρευε να βλέπει ταινίες και «επένδυσε» ώρες πολλές «χωμένος» στα γουέστερν, τις κωμωδίες, τα δράματα και όλες αυτές τις ταινίες, ευρωπαϊκές, αμερικάνικες και ασιατικές, ασπρόμαυρες και έγχρωμες, που διαμόρφωσαν την καλλιτεχνική αλλά και την κοινωνική του ταυτότητα.

Σε ηλικία 15 ετών εγκατέλειψε το σχολείο και αφού εργάστηκε λίγο καιρό ως ταξιθέτης σε σινεμά που έπαιζε ταινίες πορνό, κατέληξε στο βίντεο κλαμπ «Video Archive». Εκεί πέντε χρόνια «πάρε-δώσε» με πελάτες που έμεναν άφωνοι με τις λεπτομερείς γνώσεις του για χιλιάδες ταινίες.

Το πρώτο του όνειρο ήταν να γίνει ηθοποιός, αλλά δεν τον ένοιαζε ποτέ η διασημότητα. Αυτό που πραγματικά επιθυμούσε ήταν να συνεργαστεί με τους μεγάλους σκηνοθέτες που θαύμαζε, όπως ο Σέρτζιο Λεόνε και ο Μπράιαν ντε Πάλμα.

Το 1987, ο 24χρονος Ταραντίνο προσπαθούσε απεγνωσμένα να βρει δουλειά στον χώρο του θεάματος. Τελικά έγινε βοηθός παραγωγής σε μια βιντεοταινία με αερόμπικ και ασκήσεις γυμναστικής, που παρουσίαζε ο ηθοποιός Ντολφ Λούντγκρεν, που εκείνη την εποχή ήταν γνωστός μόνο για το μυώδες σώμα του. Μία από τις δουλειές του ήταν να καθαρίζει τα περιττώματα σκύλων από το γκαζόν.

Τον επόμενο χρόνο υποδύθηκε έναν σωσία του Έλβις Πρίσλεϊ σε ένα επεισόδιο της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς, «Τα Χρυσά Κορίτσια». Δεν καταδέχτηκε να φορέσει κάποια από τις στολές του Πρίσλεϊ και εμφανίστηκε με τα δικά του, καθημερινά ρούχα. Ο ατζέντης του δικαιολόγησε την εμφάνισή του, λέγοντας στους παραγωγούς ότι ο Ταραντίνο είναι «μια διασταύρωση μεταξύ Έλβις Πρίσλεϊ και Τσαρλς Μάνσον». Αναφερόταν φυσικά στον αρχηγό μιας αίρεσης που έστελνε τις ερωμένες του, να σκοτώσουν αθώους ανθρώπους στην Καλιφόρνια. Ένα από τα θύματά τους ήταν και η εγκυμονούσα σύζυγος του Ρόμαν Πολάνσκι, Σάρον Τέιτ. Αυτή ήταν όλη κι όλη η προϋπηρεσία του Ταραντίνο, όταν κλήθηκε να σκηνοθετήσει την πρώτη του ταινία, το «Reservoir Dogs».

Ο Ταραντίνο συγκαταλέγεται ανάμεσα στις σκηνοθετικές ιδιοφυΐες του κινηματογράφου. Εκτός όμως από σκηνοθέτης, είναι σεναριογράφος και ηθοποιός. Έχει πάρει δύο Όσκαρ για τα σενάρια των ταινιών «Pulp Fiction» και «Django Unchained».

Το 1996 συνεργάστηκε με τον στενό του φίλο, Ρόμπερτ Ροντρίγκεζ, στην ταινία «From Dusk till Dawn». Ο Ροντρίγκεζ ήταν ο σκηνοθέτης ενώ ο Ταραντίνο έγραψε το σενάριο και πρωταγωνίστησε μαζί με τους Τζορτζ Κλούνεϊ και Χάρβι Καϊτέλ. Υποδύθηκε τον έναν από τους δύο αδελφούς Γκέκο, εγκληματίες και δολοφόνους, που στην προσπάθειά τους να αποδράσουν στο Μεξικό, απαγάγουν μία οικογένεια. Καταλήγουν σε ένα νυχτερινό κέντρο, όπου τους υποδέχονται δεκάδες πανέμορφες γυναίκες. Γρήγορα όμως αντιλαμβάνονται ότι οι μυστηριώδεις χορεύτριες είναι τερατόμορφοι βρυκόλακες που τους επιτίθενται και οι πρωταγωνιστές προσπαθούν να τους αντιμετωπίσουν.

Το 1997 επιτέθηκε στον παραγωγό της ταινίας «Γεννημένοι Δολοφόνοι», Ντον Μέρφι και τον χτύπησε στο κεφάλι. Ο Μέρφι του έκανε μήνυση και ζητώντας 5 εκατομμύρια δολάρια για αποζημίωση. Τελικά, ο Ταραντίνο δεν έδωσε ποτέ τα χρήματα και το επεισόδιο ξεχάστηκε.

Ο Ταραντίνο έχει πει οτι θα σκηνοθετήσει μόνο δέκα ταινίες στην ζωή του πριν αποσυρθεί, και μέχρι τώρα έχει σκηνοθετήσει εννέα, χωρίς να «μετράει» το ερασιτεχνικό «My Best Friend’s Birthday» και υπολογίζοντας την σειρά ταινιών «Kill Bill» ως μία.